Γενικά
Η μαύρη αφίδα των κουκιών, Aphis fabae, είναι ευρέως διαδεδομένη σε εύκρατες περιοχές όπου προκαλεί σοβαρή οικονομική ζημιά στις καλλιέργειες. Είναι εξαιρετικά πολυφάγο και επιτίθεται σε ένα ευρύ φάσμα καλλιεργειών.
Βιολογικός κύκλος και εμφάνιση της μαύρης αφίδας των κουκιών
Οι αφίδες έχουν πολύπλοκο βιολογικό κύκλο, με πτερωτές και άπτερες μορφές ενηλίκων και μια μεγάλη ποικιλία στο χρώμα. Στα θερμοκήπια, η αναπαραγωγή πραγματοποιείται και με παρθενογένεση, με τα μη γονιμοποιημένα θηλυκά να συνεχίζουν να παράγουν νέες γενιές θηλυκών. Στις αφίδες πραγματοποιείται έκδυση τέσσερις φορές πριν φτάσουν στο ενήλικο στάδιο. Με κάθε έκδυση ρίχνουν το δέρμα τους και αυτό προδίδει την παρουσία τους στην καλλιέργεια.
Το χρώμα της μαύρης αφίδας των κουκιών είναι από σκούρο πράσινο έως μαύρο και έχει μαύρες λωρίδες στο πίσω μέρος της. Τα δύο κεράτια (ή σιφώνια) είναι μικρά σε μέγεθος και συνήθως πιο σκούρα από το υπόλοιπο σώμα. Τα πόδια έχουν ανοιχτό κίτρινο χρώμα με σκουρότερα άκρα. Τα ενήλικα άπτερα έχουν μήκος περίπου 1,5-3,1 mm.
Συμπτώματα προσβολής
Η οικονομική ζημιά από τη μαύρη αφίδα των κουκιών οφείλεται κυρίως στη διατροφική της δραστηριότητα. Έμμεση ζημιά προκαλείται μέσω της μετάδοσης ιών στα φυτά. Οι προσβολές ξεκινούν συνήθως στα νεότερα τμήματα και μπορούν να εξαπλωθούν σε ολόκληρο το φυτό.
Οι νύμφες και τα ενήλικα αφαιρούν τα θρεπτικά στοιχεία από το φυτό και διαταράσσουν την ισορροπία των αυξητικών ορμονών. Κατά συνέπεια, η ανάπτυξη του φυτού καθυστερεί προκαλώντας παραμορφώσεις στα φύλλα, ή εάν η προσβολή γίνει κατά το ξεκίνημα της καλλιεργητικής περιόδου, τα νεαρά φυτά νεκρώνονται. Η καθυστερημένη ανάπτυξη και η αποφύλλωση μειώνουν την απόδοση.
Οι χυμοί των φυτών είναι πλούσιοι σε σάκχαρα, αλλά φτωχοί σε πρωτεΐνες. Ως εκ τούτου, οι αφίδες πρέπει να καταναλώσουν μεγάλες ποσότητες φυτικού χυμού για να λάβουν επαρκή ποσότητα πρωτεΐνης. Η περίσσεια σακχάρων εκκρίνεται με τη μορφή μελιτώματος, καθιστώντας την καλλιέργεια και τους καρπούς της κολλώδεις. Στα μελιτώματα αυτά αναπτύσσεται μαύρη μούχλα που μολύνει τους καρπούς και τις καλλιέργειες καλλωπιστικών φυτών. Την ίδια στιγμή μειώνεται η φωτοσύνθεση στα φύλλα, επηρεάζοντας την παραγωγή.